καδί — το μικρή κάδη, ξύλινο δοχείο για τη συντήρηση του τυριού … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
τριακάδι — τριᾱκάδι , τριακάς the number thirty fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)